Η Βυζαντινή Τέχνη είναι μια τέχνη χριστιανική στην υπηρεσία της Εκκλησίας. Υποταγμένη στους κανόνες που εκείνη θέσπισε για την απεικόνιση και την καλλιτεχνική έκφραση γενικότερα.Είναι μια τέχνη όπου το στοιχείο της αφαίρεσης κατέχει σημαντική θέση,όπου η πιστή απόδοση της πραγματικότητας υποχωρεί μπροστά στο πνευματικό στοιχείο. Μόλα-ταύτα δεν έπαψε ποτέ να είναι μια τέχνη παραστατική,σαφώς επηρεασμένη από ιδέες και μοτίβα της κλασσικής αρχαιότητας,παρά τη συνεχή υιοθέτηση και αφομοίωση ανατολικών στοιχείων.Επίσης είναι μια τέχνη στην οποία η μορφή υποβάλλει λεπτά και συχνά περίπλοκα νοήματα και όχι μια τέχνη βασισμένη μόνο στη γοητεία των γραμμών ή των χρωμάτων της.
Καθώς η χρονολογική περίοδος και η γεωγραφική έκταση που καλύπτει η Βυζαντινή Τέχνη είναι τεράστιες παρατηρούνται σημαντικές παραλλαγές όχι απλώς στο ύφος της αλλά ακόμη και στον ίδιο τον χαρακτήρα.
Η πιο εξελιγμένη και κομψή παραλλαγή της Βυζαντινής Τέχνης συνδέεται,όπως είναι φυσικό,με την πρωτεύουσα της αυτοκρατορίας την Κωνσταντινούπολη η οποία υπήρξε το επίκεντρο του πολιτισμένου κόσμου από την ιδρυσή της το 330,έως την κατάληψή της από τους Τούρκους το 1453.Η χρήση ψηφιδωτών και νωπογραφιών στους τοίχους των εκκλησιών ήταν πιο εκτεταμένη στη χριστιανική Ανατολή απ' ότι στη Δύση.
Το 13ο αιώνα κάνει την εμφάνισή της η περίφηση Μακεδονική Σχολή της αγιογραφίας με κύρια χαρακτηριστικά την έντονη πτυχολογία στα ενδύματα, την πλαστικότητα των προσώπων και την επιδεξιότητα στη χρήση του χρώματος. Κυριότεροι εκπρόσωποι αυτής είναι ο Μιχαήλ και ο Ευτύχιος Αστραπάς. Οι νωπογραφίες του Staro Nagoricino που χρονολογούνται το 1317 και αποδίδονται στον Ευτύχιο Αστραπά,διακρίνονται για τις δραματικές κινήσεις των πολυάριθμων μορφών και την ιδιαίτερη σημασία στη λεπτομέρεια.Οι Ευτύχιος και Μιχαήλ Αστραπάς αγιογράφησαν μαζί την Εκκλησία της Παναγίας Περιβλέπτου στην Αχρίδα(Άγιο Κλήμη).Οι νωπογραφίες αυτές,τα χρώματα των οποίων είναι πιο φωτεινά,διακρίνονται επίσης για την απίστευτη εκφραστικότητα των μορφών των Αγίων.Επίσης για πρώτη φορά συναντάμε στον Άγιο Κλήμη το όνομα των καλλιτεχνών να αποτυπώνεται στις τοιχογραφίες κάτι που έκτοτε συμβαίνει αρκετά συχνά σε έργα της εποχής(το όνομα του Ευτύχιου διακρίνεται στη ζώνη του Αγίου Προκοπίου,ενώ του Μιχαήλ στο ξίφος του Αγίου Δημητρίου).Οι νωπογραφίες στον Άγιο Νικήτα(1296) είναι επίσης έργα των ίδιων ζωγράφων.Την περίοδο μετά το 1310 οι σημαντικότερες νωπογραφίες προέρχονται από τις μοναστηριακές εκκλησίες στη Studenica(1714) και στη Gracanica(1321).
Ο πιο σημαντικός αγιογράφος της Βυζαντινής Ζωγραφικής ήταν ο Μανουήλ Πανσέληνος (13ο αι.) με έργα στο Άγιο Όρος και στο Πρωτάτο στις Καρυές.Ο ρεαλισμός των προσώπων και η απίστευτη εκφραστικότητα των κινήσεων χαρακτηρίζουν τις νωπογραφίες του. Ο Ιερός Νιπτήρας στο Πρωτάτο και άλλες παραστάσεις επιβεβαιώνουν την ύπαρξη ενός ιδιαίτερου Μακεδονικού ύφους εντελώς διαφορετικού από εκείνο των αντίστοιχων παραστάσεων της Μονής της Χώρας στην Κωνσταντινούπολη. Αν στο Άγιο Όρος,στη Θεσσαλονίκη και άλλες περιοχές της Μακεδονίας η λεγόμενη Μακεδονική Σχολή κατέχει δεσπόζουσα θέση,στην υπόλοιπη Ελλάδα και ειδικότερα στο Μυστρά το ιδίωμα που κυριαρχεί είναι εκείνο της Κωνσταντινούπολης.
Ο Μυστράς όπου σώζονται τα αξιολογότερα ίσως δείγματα της ύστερης Βυζαντινής Ζωγραφικής,γνώρισε μεγάλη άνθηση τα τελευταία χρόνια της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Επόμενες χρονολογικά νωπογραφίες στο Μυστρά είναι εκείνες της Περιβλέπτου,με χρώματα που εντυπωσιάζουν με την αρμονία και τη φωτεινότητά τους,την ακρίβεια του σχεδίου και την εξαίρετη απόδοση των λεπτομερειών. Το κομψό ύφος των τοιχογραφιών της Περιβλέπτου που θυμίζει μικρογραφίες,επαναλαμβάνεται σε εκκλησίες του Αγίου Όρους, της Κρήτης και άλλων περιοχών της Ελλάδας.Από τις αρχές του 15ου αιώνα και μετά η Βυζαντινή Τέχνη διαδίδεται σε όλη την Ελλάδα.
Οι φορητές εικόνες είναι ένα άλλο είδος Βυζαντινής Τέχνης που γνώρισε κι'αυτή μεγάλη άνθηση τα τελευταία χρόνια της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Μετά την άλωση της Κωνσταντινούπολης, η βυζαντινή καλλιτεχνική παράδοση συνεχίστηκε σε νέα κέντρα που δημιουργήθηκαν εκτός της οθωμανικής επικράτειας και,κυρίως στην Κρήτη,στην οποία μετανάστευσαν ζωγράφοι της Κωνσταντινούπολης μεταλαμπαδεύοντας τη τέχνη της αγιογραφίας. Στα τέλη του 15ου αιώνα,οι επαφές με τη Βενετία έφεραν επιρροές της Αναγεννησιακής ιταλικής ζωγραφικής στην Κρήτη,σε επίπεδο τεχνοτροπίας και θεματογραφίας,οι οποίες συνδυάστηκαν με τη βυζαντινή παράδοση,διαμορφώνοντας ένα εντελώς ξεχωριστό ύφος κατά τον 16ο και 17ο αιώνα,αυτό που ονομάζουμε Κρητική Σχολή Ζωγραφικής. Οι σημαντικότεροι εκπρόσωποι αυτής είναι ο Θεοφάνης ο Κρής,ο Μιχαήλ Δαμασκηνός και ο Δομήνικος Θεοτοκόπουλος.
Μετά τη δυτική επιρροή στην Ελλάδα,η επιστροφή στην Παραδοσιακή Ορθόδοξη Αγιογραφία ήταν μια αναγκαιότητα. Μεταξύ εκείνων που πρωτοστάτησαν σε αυτή την προσπάθεια εξέχουσα θέση και δράση έχει ο αγιογράφος ,και όχι μόνο,Φώτης Κόντογλου.
Η αγιογραφία,η μοναδική ελληνική Ζωγραφική,συνεχίζει τη μακραίωνη πορεία της στις ημέρες μας και παραμένει πάντοτε νέα και μοναδική.Η γνώση της παράδοσης και της τεχνικής των μεγάλων δασκάλων της Βυζαντινής Ζωγραφικής είναι για μένα η βάση αλλά και το ερέθισμα για την προσωπική μου πορεία. Σ'εμένα αυτό που προέχει ως αγιογράφο είναι να συλλάβω την τραγικότητα του βίου των Αγίων μας και να μπορέσω να τη μεταφέρω στην έκφραση των προσώπων αλλά και του σώματός τους. Το πρόσωπο της εικόνας να δηλώνει πως είναι μια εξαγιασμένη ανθρώπινη φύση. Υπάρχουν αρκετοί θεολογικοί κανόνες στην αγιογραφία που θα πρέπει να τηρούμε και να σεβόμαστε. Όμως όπως κάθε τέχνη έτσι και η αγιογραφία μπορεί να ακολουθεί τις απαιτήσεις και τις επιταγές της σύγχρονης εποχής χωρίς όμως να αλλοιώνεται ο θεολογικός της χαρακτήρας. Χρέος μου ως αγιογράφος, επί 22 συναπτά έτη, είναι να μεταδώσω μέσω της Τέχνης στον πιστό, γνωρίζοντας πως θα καταθέσει στην εικόνα τις προσευχές και τις αγωνίες του, πως το εικονιζόμενο πρόσωπο με πολύ προσπάθεια και θυσία και την Εν Χριστώ αγάπη οδηγήθηκε στην κατάσταση της αγιότητας και στην ανύψωση της ανθρώπινης Φύσης.
Με τη βοήθεια του Θεού συνεχίζω...
Σπυριδούλα Ν. Δεγαΐτη,Αγιογράφος 14η Σεπτεμβρίου 2019